comptine
, nom féminin

{chansonette que les enfants

chantent ou scandent

afin de désigner celui qui devra

sortir du jeu

ou courir après les autres_}




kitsch_

“δείξε μου το κιτσ σου να σου πω ποιος είσαι”

Η αρχιτεκτονική έχει μια σχέση παράνομου πάθους με το κιτσ. Όπως αρμόζει στην περίσταση κάθε αναφορά στη σχέση αυτή είναι ταμπού. Η ευθιξία των δημιουργών, επώνυμων και ανώνυμων προστατεύεται από τη σχετικοποίηση του ωραίου. Το gout όμως ορίζεται από το degout* και παρά το μότο “η τέχνη για όλους” η καθημερινότητα αποδεικνύει περίτρανα πως η κακογουστιά δεν κρύβεται κάτω από το κρεββάτι σαν τη σκόνη, αλλά αντίθετα εκτίθεται στους δρόμους.

Οι συμβάσεις που κάνουμε για το τί είναι ωραίο αλλάζουν ανάλογα με τις ανάγκες της εποχής. “δεν είναι πετυχημένη επειδή είναι όμορφη, είναι όμορφη επειδή είναι πετυχημένη”**. Η λογική αυτή μας δείχνει πως τελικά αυτό που καθορίζουμε σαν ωραίο σήμερα ίσως αύριο θα το αποστρεφόμαστε με πάθος. Δεν βρισκόμαστε σε προκαπιταλιστικές κοινωνίες ομογενοποιημένης ηθικής και αισθητικής, κριτήρια όμως υπάρχουν ακόμη κι αν αναφέρονται σε νέα πρότυπα.

Τα πρότυπα μας μορφώνονται από τα βιώματα, τη φύση, τον μύθο, και εσχάτως από την παγκόσμια βιτρίνα των “στυλ”. Τα ξένα πολιτισμικά στοιχεία μέχρι να βρούνε τη θέση τους σε μία κοινωνία στέκονται αμήχανα, κακόγουστα. Το bilbao effect, το κολλάζ ρυθμών, μεθόδων και τεχνολογιών, καταλήγουν σε έναν δεύτερο εκλεκτικισμό. Και ακόμη και αν η “έντεχνη” αρχιτεκτονική αυτοανακηρύσσεται υπεράνω κριτικής, η “ανώνυμη” οικοδομική δραστηριότητα οργιάζει κάτω από τη μύτη μας διαμορφώνοντας το ορατό.

Ο πολλαπλασιασμός είναι η βασική αρχή του κιτσ. Η μαζική αναπαραγωγή ενός αρχικού σχεδίου που θεωρήθηκε ωραίο μπορεί να ταιριάζει με το πνεύμα της βιομηχανικής κοινωνίας αλλά λειτουργεί αντιστρόφως ανάλογα στην αισθητική αξία. Το φαινόμενο αυτό πραγματεύτηκε η ποπ-αρτ, ο γουόρχολ πολλαπλασίασε το πρόσωπο του έλβις και του μάο και ο τσε πωλείται σε τι σερτ. Στις γκαλερί της γειτονιάς βλέπουμε τη τζοκόντα δίπλα στο γέρο ναυτικό. Η μαμά τακτοποιεί αναρίθμητα μπιμπελό και εργόχειρα της λαϊκής πάνω στην εταζέρα-λουδοβίκο από μοριοσανίδα. Και όλα αυτά συμβαίνουν στους ορόφους του της πολυκατοικίας, η αναπαραγωγή της οποίας τις τελευταίες δεκαετίες έδωσε μορφή στις πόλεις μας.

Την ίδια στιγμή που η ακαδημαϊκή κοινότητα αποτραβιέται από την επαφή με το “κοινό” και χαράσσει τη γραμμή ανάμεσα στο πρωτότυπο και το αναπαραγόμενο, η αρχιτεκτονική στην καθημερινή ζωή μετατρέπεται από βίωμα σε εικόνα. Οι δημοσιογράφοι καθορίζουν το ωραίο και οι βιοκλιματικοι μεγα-πύργοι του ντουμπάι παίζουν μπάλα μόνοι τους. Το ζάπινγκ της επιλογής καταλήγει σε αναπαραγωγές μορφών που “κάπου είδα”. Φοράμε στα κτίρια μας εικόνες και ταυτόχρονα νομίζουμε πως τους μεταφέρουμε και ιδιότητες. Η λογική αυτή δεν είναι καινούρια. Η αναγέννηση στηρίχθηκε στην αναπαραγωγή του κλασσικού ιδεώδους, τα λαϊκά σπίτια “φόρεσαν” τα ακροκέραμα των νεοκλασικών και πάει λέγοντας.

Η αλλοτρίωση αυτή βρίσκεται στο απόγειό της στην μνημειακή αρχιτεκτονική. Τα μνημεία, εξώστρεφα κατασκευάσματα εικονοληπτικής χρησιμότητας φορτώνονται με αξίες που παράγουν μηχανισμοί άσχετοι με το αντικείμενο. Οι αξίες αυτές συνήθως συνδηλώνονται από το σχήμα μηδενίζοντας την ουσία της αρχιτεκτονικής. Το ψηλό δείχνει το εθνικό ανάστημα κτλ. Λαμπρά παραδείγματα τα ηρώα στις απανταχού ελληνικές πλατείες. Αλλά και η σφίγγα, οι πυραμίδες, η πλατεία του Αγίου Πέτρου. Σε όλες τις περιπτώσεις η εξωστρέφεια και η μνημειακότητα φλερτάρουν άγρια με το κακόγουστο, μετατρέποντας τα σε κιτσ μεγάλης κλίμακας.

Το χριστιανικό κιτσ μας φανερώνει την πιο επικίνδυνη διάσταση της κακογουστιάς. Η αναπαραγωγή της παλαιάς οικοδομικής στο νέο υλικό, οι επικαλύψεις, η μορφολογική στασιμότητα εδώ και αιώνες και το μπλέξιμο του ηθικού με το ωραίο, συνιστούν ακριβώς το πρόβλημα που μας απασχολεί. Παραδείγματα κακοποίησης του ελληνικού τοπίου από ναούς και μοναστήρια έχουμε όλοι στο νού μας.

Η ελληνική ναοδομία κρύβει πίσω της όλο το μεγαλείο του κιτσ κινήματος, εξηγεί γιατί αγαπήθηκε από κάθε είδους απολυταρχικά καθεστώτα και ξεμπροστιάζει τον αρχιτέκτονα που είναι ανίκανος να συσχετήσει το υλικό με τη μορφή. Το κιτσ είμαστε εμείς. Γιαυτό είναι παντού

*Deridda
** B. Brecht

1.Κάτι το “ωραίον”, μια περιήγηση στη νεοελληνική κακογουστιά -οι φίλοι του περιοδικού ΑΝΤ1
2.Learning from Las Vegas, Robert Venturi, Denise Scott Brown
3.Νεοελληνική Αρχιτεκτονική, Δ. Φιλιππίδης σ.382-388
4.Μίμησις Πληροφορικής, Γ. Βενέρης
5.Η αρχιτεκτονική ως τέχνη, Π.Μιχελής σ.416-419
6.Bob Ross, τα άπαντα

[δημοσιεύτηκε στον "λεκορμπυζιέ"]

Δεν υπάρχουν σχόλια: